Συμβάσεις ορισμένου χρόνου και ανανεώσεις
Οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου διέπονται από τις διατάξεις του Ν. 3986/2011, άρθρο 41, σύμφωνα με το οποίο ορίζονται οι ρυθμίσεις για τους εργαζομένους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Σύμφωνα με το άρθρο 41, το οποίο τροποποιεί το άρθρο 3 του π.δ. 180/2004 και το άρθρο 5 του π.δ. 81/2003, η χωρίς περιορισμό ανανέωση συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου είναι επιτρεπτή, αν δικαιολογείται από έναν αντικειμενικό λόγο, ο οποίος πρέπει να αναγράφεται ρητά ή να προκύπτει ευθέως από την έγγραφη σύμβαση ανανέωσης μεταξύ των δύο μερών (αντίγραφο της οποίας λαμβάνουν και τα δύο μέρη)*, όπως :
-
η μορφή ή το είδος ή η δραστηριότητα του εργοδότη ή της επιχείρησης,
-
ειδικοί λόγοι ή ανάγκες, εφόσον τα στοιχεία αυτά προκύπτουν αμέσως ή εμμέσως από την οικεία σύμβαση, όπως η προσωρινή αναπλήρωση μισθωτού, η εκτέλεση εργασιών παροδικού χαρακτήρα, η προσωρινή σώρευση εργασίας,
-
η ορισμένη διάρκεια βρίσκεται σε συνάρτηση με εκπαίδευση ή κατάρτιση,
-
γίνεται με σκοπό τη διευκόλυνση μετάβασης του εργαζομένου σε συναφή απασχόληση,
-
γίνεται για την πραγματοποίηση συγκεκριμένου έργου ή προγράμματος,
-
συνδέεται με συγκεκριμένο γεγονός,
-
αναφέρεται στον τομέα των επιχειρήσεων αεροπορικών μεταφορών και των επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών αεροδρομίου εδάφους και πτήσης
*Ο έγγραφος τύπος της ανωτέρω συμφωνίας δεν είναι απαραίτητος, όταν η ανανέωση της σύμβασης ή σχέσης εργασίας έχει εντελώς ευκαιριακό χαρακτήρα και δεν έχει διάρκεια μεγαλύτερη των δέκα (10) εργάσιμων ημερών.
Αυτόματη μετατροπή σύμβασης αορίστου χρόνου σε ορισμένου
Σε περίπτωση που
-
δεν συντρέχει αντικειμενικός λόγος και εφόσον η χρονική διάρκεια των διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου υπερβαίνει συνολικά τα τρία (3) έτη ή
-
στο χρονικό διάστημα των τριών (3) ετών ο αριθμός των ανανεώσεων υπερβαίνει τις τρεις (3),
τεκμαίρεται ότι με αυτές επιδιώκεται η κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης με συνέπεια τη μετατροπή αυτών σε συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας αορίστου χρόνου.
Το βάρος της ανταπόδειξης σε κάθε περίπτωση φέρει ο εργοδότης.
Διαδοχικές συμβάσεις
Διαδοχικές θεωρούνται οι συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου που καταρτίζονται μεταξύ του ίδιου εργοδότη και του ίδιου εργαζόμενου, με τους ίδιους ή παρεμφερείς όρους εργασίας και δεν μεσολαβεί μεταξύ τους χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των σαράντα πέντε (45) ημερών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι μη εργάσιμες ημέρες. Προκειμένου περί ομίλου επιχειρήσεων, στην έννοια του όρου «ίδιου εργοδότη» περιλαμβάνονται και οι επιχειρήσεις του ομίλου.
Επαναπρόσληψη μισθωτού με σύμβαση ορισμένου χρόνου μετά από 45 ημέρες από τότε που έληξε η προηγούμενη, θεωρείται νέα σύμβαση και όχι ανανέωση και έτσι απαιτείται έκδοση νέας κάρτας εργασίας από τον ΟΑΕΔ και επανεγγραφή του μισθωτού στο βιβλίο νεοπροσλαμβανομένων του ΙΚΑ.